Το 2014 υπέγραφε συμβόλαιο διάρκειας τεσσάρων ετών, συνολικής αξίας 20 εκατομμυρίων λιρών (23,5 εκατ. ευρώ). Μόλις στα 24 του χρόνια γινόταν αυτομάτως ο πλέον ακριβοπληρωμένος αμυντικός στην ιστορία της Λίβερπουλ. Όχι κι άσχημα, αν αναλογιστεί κανείς πως στα 20 του χρόνια προσπαθούσε να απεγκλωβιστεί και να δραπετεύσει από την Κροατία. Από την Ίντερ Ζαπρέσιτς και την Ντιναμό Ζάγκρεμπ αναζητώντας μία καλύτερη ποδοσφαιρική στέγη. Μία ομάδα και κατ’ επέκταση μία χώρα όπου θα μπορούσε να χτίσει το ποδοσφαιρικό του μέλλον και να κάνει πραγματικότητα το όνειρό του αλλά και το απωθημένο του.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που… δραπέτευε. Πριν την Αγγλία και τη μετακίνησή του από τη Σαουθάμπτον στη Λίβερπουλ, σε πολύ νεότερη ηλικία βέβαια, είχε αναζητήσει ένα καλύτερο «αύριο» στη Γερμανία. Ένα αύριο που στο φόντο του δεν είχε τα λεφτά και την άνετη οικονομική ζωή, αλλά την… ίδια τη ζωή.

hd-dejan-lovren_z5796ozkxclz17vn5e1nat0yu

Στη γενέτειρά του, τη Ζένιτσα, της πρώην Γιουγκοσλαβίας πλέον, καθώς τα χώματά της οριοθετούνται τώρα στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, οι βόμβες έπεφταν βροχή πάνω από το κεφάλι, το δικό του και της οικογένειάς του. Έχασε δικούς του ανθρώπους, αγαπημένους και ήταν αναγκασμένος να διαφύγει στη Γερμανία. Μόλις τριών ετών βρέθηκε σε μία ξένη χώρα η οποία θα ήταν αυτή η νέα του πατρίδα. Έμαθε τη γλώσσα, πήγε σχολείο, ξεκίνησε εκεί να παίζει μπάλα, ωστόσο η γραφειοκρατία τον έφερε και πάλι πίσω στην πατρίδα του, την Κροατία, και δη στο Κάρλοβατς. Μία πόλη στα νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας, το Ζάγκρεμπ, και σε απόσταση 50 χιλιομέτρων. Η νέα αρχή ήταν ακόμα πιο δύσκολη, καθώς φανταστείτε τη διαφορετικότητα που αντίκρισε. Τη γλώσσα που δεν καταλάβαινε και δεν μιλούσε. Το «μηδέν» από το οποίο ήταν αναγκασμένη να ξεκινήσει η οικογένειά του.

Πολλοί θα σταθούν στο γεγονός ότι μόλις στα 24 του χρόνια έγινε εκατομμυριούχος. Θα μείνουν στην αίγλη της Premier League και της Λίβερπουλ. Στο τώρα. Μόνο ο ίδιος όμως γνωρίζει τι έχει περάσει στην παιδική του ηλικία. Τις συνθήκες με τις οποίες μεγάλωσε, τις στιγμές που βίωσε ακούγοντας σειρήνες στο υπόγειό του και τους κρότους από τις βόμβες.

Αυτή είναι η ζωή του Ντέγιαν Λόβρεν!! Η ζωή του ως πρόσφυγας!

p161219-242-everton_liverpool-e1482178736935

Η Ζένιτσα δεχόταν επίθεση διότι ήταν η μεγαλύτερη πόλη. Τα πιο άσχημα πράγματα όμως, συνέβησαν στα μικρά χωριά, όπου ο κόσμος σκοτώθηκε αποτρόπαια. Ο αδερφός του θείου μου δολοφονήθηκε μπροστά σε άλλους ανθρώπους με μαχαίρι. Ποτέ δεν μιλάω για τον θείο μου, επειδή είναι πολύ σκληρό να μιλάω γι’ αυτό, αλλά έχασε τον αδερφό του, ένα μέλος της οικογένειάς μου. Είναι πολύ δύσκολο…

Είχαμε τα πάντα, για να είμαι ειλικρινής. Ποτέ δεν είχαμε προβλήματα. Όλα πήγαιναν καλά με τους γείτονες, με τους μουσουλμάνους, τους Σέρβους, όλοι μιλούσαν πολύ καλά μεταξύ τους και απολάμβαναν τη ζωή, όλα ήταν όπως τα ήθελαν. Μετά όμως ήρθε ο πόλεμος…

Μακάρι να μπορούσα να εξηγήσω τα πάντα, αλλά κανείς δεν γνωρίζει την πραγματική αλήθεια. Απλά συνέβη. Όλα άλλαξαν μέσα σε μια νύχτα. Πόλεμος μεταξύ των πάντων, τρεις διαφορετικές κουλτούρες. Ο κόσμος απλά άλλαξε.

Θυμάμαι τις σειρήνες που άρχισαν να ηχούν. Ήμουν πολύ φοβισμένος, επειδή σκεφτόμουν τις βόμβες. Θυμάμαι τη μαμά μου να με παίρνει και να πηγαίνουμε στο υπόγειο. Δεν ξέρω πόσο μείναμε εκεί, νομίζω μέχρι να σταματήσουν οι σειρήνες. Μετά, θυμάμαι τη μαμά, τον θείο και τη γυναίκα του θείου μου να παίρνουμε το αυτοκίνητο και μετά να οδηγούμε μέχρι να φτάσουμε στη Γερμανία. Αφήσαμε τα πάντα πίσω μας: Το σπίτι, το μικρό μαγαζί με φαγητό που είχε η οικογένειά μου. Τα άφησαν. Πήραν μία μεγάλη τσάντα και είπαν «πάμε στη Γερμανία».

dejan-lovren_reproducao_dailymail

Η οικογένειά μου ταξίδεψε με προορισμό το Μόναχο, ωστόσο χρειάστηκε 17 ώρες για να φτάσουμε, καθώς μας σταματούσαν για ελέγχους. Ήμασταν τυχεροί. Εγώ κι η οικογένειά μου είχαμε τύχη γιατί ο παππούς μου δούλευε στη Γερμανία και γι’ αυτό είχε τα χαρτιά παραμονής. Εάν δεν ήταν εκεί, δεν ξέρω τι θα μπορούσαμε να κάνουμε. Ίσως οι γονείς μου κι εγώ να ήμαστε στο  χώμα τώρα. Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να συμβεί. Ένας από τους καλύτερους φίλους μου στο γυμνάσιο, ο πατέρας του οποίου ήταν στρατιώτης, θυμάμαι να κλαίει κάθε μέρα. Σκεφτόμουν «γιατί;» και μου είπε μια μέρα «ο πατέρας μου πέθανε». Θα μπορούσε να είναι ο δικός μου πατέρας.

Η μητέρα κι ο πατέρας μου ζητούσαν άδεια να μείνουμε περισσότερο στο Μόναχο, αλλά κάθε έξι μήνες το αίτημα απορρίπτονταν. Οι αρχές έλεγαν «ο πόλεμος τελείωσε, μπορείτε να πάτε πίσω». Οπότε κάθε έξι μήνες, η μητέρα κι ο πατέρας μου έπρεπε να πάρουν τα πράγματά τους και να πάνε πίσω. Ήταν δύσκολο. Ποτέ δεν υπήρχε μέλλον στη Γερμανία για μας.

Κάποια στιγμή, ήρθαν και μου είπαν «έχεις δύο μήνες να ετοιμάσεις τα πράγματά σου και να επιστρέψεις πίσω στη πατρίδα σου». Για μένα ήταν δύσκολο, επειδή είχα όλους τους φίλους μου στη Γερμανία, η ζωή μου είχε αρχίσει εκεί. Είχα τα πάντα, ήμουν χαρούμενος, έπαιζα σε μία μικρή ομάδα, ο πατέρας μου ήταν ο προπονητής σε αυτήν, ήταν όμορφα. Η μητέρα μου είχε πει «η Γερμανία είναι το δεύτερο σπίτι μας» και είναι αλήθεια αυτό. Η Γερμανία μάς έδωσε ανοιχτές αγκάλες. Δεν ξέρω ποια χώρα θα μπορούσε να το κάνει αυτό εκείνη την εποχή, να υποδεχθεί πρόσφυγες από τη Βοσνία.

p160414-169-liverpool_dortmund

Γυρίσαμε πίσω στην Κροατία. Η μητέρα μου εργαζόταν για 350 ευρώ τον μήνα. Ο πατέρα μου εργαζόταν ως ελαιοχρωματιστής. Ήμασταν περιορισμένοι οικονομικά. Η μητέρα μου είπε «δεν μπορούμε να πληρώσουμε τους λογαριασμούς για το ηλεκτρονικό, για όλα» και για μία εβδομάδα δεν είχαμε καθόλου λεφτά.

Θυμάμαι τον πατέρα μου να παίρνει τα πατίνια μου για τον πάγο. Μια μέρα ρώτησα τη μητέρα μου που είναι, επειδή μου άρεσε να κάνω πατινάζ τον χειμώνα και μου είπε δακρυσμένη… «Ο πατέρας σου τα πουλάει τώρα. Δεν έχουμε χρήματα γι’ αυτήν την εβδομάδα». Ορκίζομαι ότι εκείνη είναι η στιγμή που είπα «δεν θέλω να το ακούω αυτό άλλο πια». Τα πούλησε για 350 κούνα, περίπου 35 ευρώ. Τα πατίνια μου πουλήθηκαν. Ήταν δύσκολοι καιροί για τους γονείς μου.

Μοιάζει σα να συνέβη χθες ο πόλεμος. Είναι πολύ ευαίσθητο θέμα για να μιλάω γι’ αυτό. Τόσος κόσμος το αποφεύγει ακόμη. Είναι λυπηρό. Η μητέρα μου, μού είπε πριν από το ντοκιμαντέρ «μην τους μιλήσεις» και της είπα «θα μιλήσω». Έκλαιγε ξανά. Παραμένει ευαίσθητο θέμα. Θυμάται τα πάντα.

1407062271535_wps_2_liverpool_england_july_26

Ελπίζω η επόμενη γενιά από εμάς να τα βρει πιο εύκολα. Η κόρη μου κι ο γιος μου ίσως τα ξεχάσουν και προχωρήσουν. Δεν ξέρω αν θα καταλάβουν ποτέ τη ζωή μου και την κατάστασή μου. Τι πέρασα, επειδή ζουν σε εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Αν η μικρή μου θέλει ένα παιχνίδι, μερικές φορές της λέω «δεν έχω τα λεφτά». Είναι δύσκολο να καταλάβω γιατί το λέω αυτό, αλλά πρέπει να αντιληφθεί ότι τίποτα δεν έρχεται εύκολα. Δουλεύω σκληρά γι’ αυτήν, οπότε πρέπει να καταλάβει ότι δεν χρειάζεται είκοσι παιχνίδια. Μερικές φορές αρκεί μόνο ένα ή δύο και είσαι χαρούμενος. Άλλα πράγματα έχουν σημασία.

Όταν βλέπω τι συμβαίνει σήμερα με τους πρόσφυγες, θυμάμαι τη δική μου περίπτωση, την οικογένειά μου και πώς ο κόσμος δεν σε θέλει στη χώρα του. Καταλαβαίνω ότι ο κόσμος θέλει να προστατευτεί, αλλά υπάρχουν κάποιοι που δεν έχουν σπίτια. Δεν είναι δική τους ευθύνη, παλεύουν για τις ζωές τους, για να σώσουν τα παιδιά τους. Θέλουν να βρουν ένα μέρος για τα παιδιά και το μέλλον τους. Τα πέρασα όλα αυτά και γνωρίζω τι περνούν ορισμένες οικογένειες. Δώστε τους μια ευκαιρία. Δώστε τους μια ευκαιρία. Μπορείς να ξεχωρίσεις ποιοι είναι οι καλοί άνθρωποι και ποιοι όχι”!!

Εδώ μπορείτε να παρακολουθήσετε το ντοκιμαντέρ της Λίβερπουλ με τον Ντέγιαν Λόβρεν.