Στο περιβόλι του τρελού

287

Στους ημιτελικούς του Champions League το 2013 η Μπάγερν Μονάχου διέλυσε την Μπαρτσελόνα. Στο πρώτο ματς, στην «Allianz Arena», οι Γερμανοί νίκησαν τους άνευ Μέσι Καταλανούς 4-0 και ουσιαστικά εξασφάλισαν την πρόκρισή τους στον τελικό της διοργάνωσης. Μετά το πρώτο ματς, ο Αντρές Ινιέστα έκανε λόγο για το περίφημο «Messidepedanzo». Την εξάρτηση, δηλαδή, όλης της ποδοσφαιρικής ομάδας από τον Λιονέλ Μέσι. Ο τελευταίος έπαιξε στο «Καμπ Νου», αλλά οι «μπλαουγκράνα» δεν βρήκαν την τύχη τους. Αντιθέτως, παντελώς ανέτοιμος, ο Αργεντινός δεν μπόρεσε να βοηθήσει την ομάδα του. Η Μπάγερν νίκησε 0-3 και κονιορτοποίησε, για μία φορά, την αντίπαλό της, που τέσσερα χρόνια πριν της έκανε πλάκα στους προημιτελικούς της ίδιας διοργάνωσης, νικώντας τη 4-0 από ημίχρονο, με τον Πεπ Γκουαρντιόλα τότε να κάνει σινιάλο στους παίκτες του να σταματήσουν.

Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο τέτοια κατάσταση δεν υφίσταται πολύ συχνά. Στο μπάσκετ είναι πιθανότερη η ύπαρξή της εξ ορισμού: μικρότερος χώρος, λιγότεροι παίκτες, μικρότερη απόσταση ανάμεσα στο φαινόμενο και τον πολύ καλό παίκτη. Στην Ευρώπη, ειδικά στην Ευρωλίγκα, ένα πρωτάθλημα που εξαρτάται από την ικανότητα του προπονητή πολύ περισσότερο από οποιοδήποτε άλλου πλην κολεγιακού, η εξάρτηση επί της ουσίας δεν υπάρχει. Ακόμα και αν πρόκειται για μία ομάδα που έχει χάσει τον καλύτερο παίκτη της, δεν χάνει το ίδιο το παιχνίδι της. Ό,τι τη φτάνει στην ήττα είναι η έλλειψη της αντοχής του συνόλου που έχει χάσει τον πιο ικανό κρίκο του, αλλά δεν πρόκειται για εξάρτηση ή για κατάρρευση από την απώλεια, αλλά για αριθμητικές προσθαφαιρέσεις. Στο ΝΒΑ αυτό δεν ισχύει, σε μεγάλο βαθμό. Παλαιότερα θα μπορούσαμε ίσως να υποπτευθούμε τι συνέβαινε σε μία ομάδα που έχανε τον καλύτερο παίκτη της χωρίς να χρειαστεί να κάνουμε τα μαθηματικά, αλλά η προηγμένη στατιστική δίνει τώρα μία ιδέα για το τι είναι εξάρτηση με έναν άνθρωπο ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από την παρατήρηση στην εικόνα.

Οι Οκλαχόμα Σίτι Θάντερ, του επίδοξου MVP Ράσελ Γουέστμπρουκ, δεν κατέρρευσαν στη σειρά με τους Χιούστον Ρόκετς επειδή ο απόλυτος ηγέτης τους τραυματίστηκε ή κάτι τέτοιο. Κατέρρεαν συναπτά, στα παιχνίδια που έκριναν τη σειρά, ενώ ο ίδιος ήταν στον πάγκο. Ο Γουέστμπρουκ δεν έμεινε εκτός δράσης πολύ συχνά σε αυτήν τη σειρά, αλλά είναι πάλι σοκαριστικό πώς και πόσο η απουσία του επηρέασε τους Θάντερ. Η λογική, περισσότερο από τους ηρωισμούς και τις φάσεις που θα μείνουν στη μνήμη -όπως το επιθετικό φάουλ του Τζέιμς Χάρντεν στον Άλεξ Αμπρίνιες στα χασομέρια του τέταρτου ματς στην Οκλαχόμα και, στην ίδια φάση, το ανολοκλήρωτο κλέψιμο του Γουέστμπρουκ- είναι που έκρινε τη σειρά στα πέντε παιχνίδια.

Στο πρώτο παιχνίδι, στο Χιούστον, οι Ρόκετς επικράτησαν των Θάντερ 118-87, στο δεύτερο, 115-111, στο τρίτο οι Θάντερ πήραν τη νίκη με σκορ 115-113, στο τέταρτο οι Ρόκετς «έσπασαν» την έδρα και νίκησαν 115-111 και στο πέμπτο και τελευταίο, στο Χιούστον, νίκησαν 105-99. Το συνολικό ενεργητικό παθητικό είναι +43 για την ομάδα του Χιούστον, δηλαδή μόνο +12 σε 4 παιχνίδια, αν βγάλει κάποιος από την εξίσωση τους 31 πόντους με τους οποίους νίκησε τον αντίπαλό της στο πρώτο ματς. Αυτό το παιχνίδι ήταν, κιόλας, που ο Ράσελ Γουέστμπρουκ πέρασε τον περισσότερο χρόνο στον πάγκο. Έκατσε παρά ένα δευτερόλεπτο 14 λεπτά, ως είθισται, μια και στο τέλος οι δύο ομάδες έπαιξαν με αναπληρωματικούς. Σε αυτό το διάστημα, οι Ρόκετς πέτυχαν 8 περισσότερους πόντους από τους Θάντερ. Κάτι που ακούγεται φυσιολογικό, έστω κι αν οι γηπεδούχοι έπαιξαν επίσης τη μισή τέταρτη περίοδο με τους αναπληρωματικούς.

Για να καταλάβει κάποιος πόσο εξαρτημένη είναι η ομάδα της Οκλαχόμα από τον Γουέστμπρουκ, πρέπει να μεταφέρει τη συγκεκριμένη κατάσταση στα υπόλοιπα ματς, όπου γινόταν πιο φανερό. Πριν από αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι οι Γουέστμπρουκ πρώτευσε στις κατηγορίες των πόντων, ριμπάουντ και ασίστ για τους Θάντερ σε κάθε ένα από τα πέντε παιχνίδια, αλλά αυτό ασφαλώς και δεν είναι νέο, μια και ήταν η μόνιμη επωδός όλη τη χρονιά. Το πρόβλημα είναι ότι ήταν αρκετά καλός για να οδηγήσει την ομάδα του στα play off, αλλά όχι τόσο ώστε να την… περάσει και γύρο. Σε αναλογία, πάντα θεωρητικά, ουδεμία ομάδα εξαρτάτο τόσο πολύ από παίκτη της τα τελευταία 27 χρόνια (δηλαδή ξεκινώντας από τους Σικάγο Μπουλς του 1988-89). Ακόμα και οι Λος Άντζελες Λέικερς του Κόμπε Μπράιαντ, τη σεζόν 2005-06, όταν τους απέκλεισαν οι Φοίνιξ Σανς με σκορ 4-3 στις νίκες, δεν είχαν αυτήν την εμμονή με τον ηγέτη τους. Ακόμα και οι Σίξερς στις αρχές του 21ου αιώνα, στην περίπτωση του Άλεν Άιβερσον. Όταν ο Βίκτορ Ολαντίπο σκόραρε τον game winner στο παιχνίδι με τους Μινεσότα Τίμπεργουλβς στις 11 Απριλίου, έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία των Οκλαχόμα Σίτι Θάντερ που σούταρε κάτω από τα 10 δευτερόλεπτα ενός παιχνίδι που κρινόταν στον πόντο χωρίς να είναι ο Γουέστμπρουκ ή να λέγεται Κέβιν Ντουράντ. Και στο συγκεκριμένο παιχνίδι, το 81ο της σεζόν, ο Γουέστμπρουκ δεν έπαιξε.

Το πρώτο παιχνίδι δεν έδειξε ακριβώς το μέγεθος αυτής της κατάρρευσης, διότι στην τέταρτη περίοδο ο Γουέστμπρουκ έμεινε στον πάγκο στα τελευταία 4’14’’, αλλά οι Ρόκετς έπαιξαν με τους αναπληρωματικούς.

Το δεύτερο, το τέταρτο και το πέμπτο παιχνίδι ήταν εκείνα που ανέδειξαν στην πραγματικότητα το μέγεθος.

Δεύτερο παιχνίδι: Ο Γουέστμπρουκ κάθισε στον πάγκο 6’38’’ και οι Θάντερ σε αυτό το διάστημα δέχθηκαν συνολικά 15 πόντους περισσότερους από αυτούς που σημείωσαν από τους αντίπαλούς τους. Μάλιστα, στη δεύτερη περίπτωση που έμεινε στον πάγκο, με τη διαφορά στους 12 πόντους υπέρ της ομάδας του, οι Ρόκετς «έτρεξαν» ένα σερί 9-0 σε 150 δευτερόλεπτα, μειώνοντας στο τρίποντο και θέτοντας τις βάσεις για την ανατροπή και το τελικό 115-111.

Τρίτο παιχνίδι: Σε αυτό υπάρχει η εξαίρεση. Ο Γουέστμπρουκ έμεινε στον πάγκο για 9 λεπτά και 27 δευτερόλεπτα και το ενεργητικό των Ρόκετς ήταν μόλις 1 πόντος. Ήταν το παιχνίδι που οι Θάντερ νίκησαν στη σειρά.

Τέταρτο παιχνίδι: Σε αυτό, ο ηγέτης των Θάντερ έμεινε στον πάγκο 9’18’’. Ένα χρονικό διάστημα αρκετό ώστε οι Ρόκετς να σημειώσουν 17 περισσότερους πόντους από τους Θάντερ και να νικήσουν τελικά με 4, 115-111, κάνοντας το μπρέικ και επιστρέφοντας στο Χιούστον για να τελειώσουν τη σειρά.

Πέμπτο παιχνίδι: Επίσης καταστροφικό. Ο Γουέστμπρουκ έμεινε στον πάγκο ακριβώς 6 λεπτά και σε αυτό το διάστημα οι Ρόκετς έκαναν ένα σερί 27-9. Πάει να πει, έβαλαν 18 περισσότερους πόντους από τους αντιπάλους τους. Μπόνους, οι κουβέντες με τον Μπέβερλι. Του είπε, «έβαλα 40 πόντους». Και στη συνέντευξη Τύπου, κοιτάζοντας το στατιστικό, ο γκαρντ των Ρόκετς απάντησε: «Μπράβο, χρειάστηκες 34 σουτ για να τους βάλεις».

18191123_10156225701628747_742824888_n

Πάει να πει ότι σε συνολικά 45 λεπτά και 22 δευτερόλεπτα που ο Γουέστμπρουκ έμεινε συνολικά στον πάγκο στη σειρά, οι Θάντερ δέχθηκαν 52 πόντους περισσότερους από τους αντιπάλους τους σε σχέση με εκείνους που σημείωσαν. Και αν βγάλουμε από την εξίσωση τόσο το πρώτο ματς όσο και το τρίτο, δηλαδή εκείνο με τη μεγαλύτερη διαφορά και αυτό που νίκησαν οι Θάντερ, σε 21’56’’ που έμεινε εκτός παρκέ η ομάδα του Μπίλι Ντόνοβαν δέχθηκε 50 πόντους περισσότερους από αυτούς που έβαλε. Και όμως, σε αυτά τα ματς έχασε με 4, 4 και 6 πόντους. Δηλαδή με συνολικά 14 πόντους διαφορά!

Επίσης: Στο δεύτερο παιχνίδι, που έκανε τριπλ νταμπλ ενώ πέτυχε 51 πόντους, είχε 14 άστοχα σουτ στην τέταρτη περίοδο. Στο πέμπτο, είχε 2 στα 11. Δεν είναι μόνο ότι οι Ρόκετς νίκησαν αυτά τα παιχνίδια, είναι ότι ο Γουέστμπρουκ, με μερικές επιλογές που ήταν άνω ποταμών για οποιονδήποτε άλλο εκτός από τον ίδιο και τον Μπίλι Ντόνοβαν (που για προπονητής της τελευταίας ομάδας που έκανε το back2back στο κολεγιακό πρωτάθλημα, των Φλόριντα Γκέιτορς το 2006 και το 2007 ήταν πολύ παραχωρητικός) και για το δεύτερο μόνο πιθανώς.

Οπότε είναι άγγελος ή διάβολος; Για την πιο σωστή απάντηση, υποθέτω, το «είναι αυτό που είναι» αρκεί. Μετά τη λήξη του πέμπτου και τον αποκλεισμό, έφυγε κατευθείαν για τα αποδυτήρια. Ο Γουέστμπρουκ έκανε όλη τη χρονιά τα πάντα για τους Οκλαχόμα Σίτι Θάντερ, διότι κυρίως μπορούσε να τα κάνει. Μπορούσε να τους φθάσει στα play off και, αν ήταν ζωγράφος, θα χρησιμοποιούσε τα δάχτυλά του για να δημιουργήσει. Είναι αντισυμβατικός επειδή είναι απολύτως ειλικρινής. Βεβαίως, με το πόδι συνεχώς στο γκάζι, το live fast die young αποκτά τη δική του σημασία, έστω και μεταφορική. Σε ενάμιση χρόνο ο Γουέστμπρουκ κλείνει τα 30 χρόνια του και σε αυτήν τη φάση θα είναι σημαντικό, αν όχι να χαλαρώσει, να ψάξει να βρει έναν τόπο ο οποίος θα του φέρει ένα δαχτυλίδι, ίσως, όπως και στην περίπτωση του Όσκαρ Ρόμπερτσον, του οποίου το ρεκόρ, το τριπλ νταμπλ σε μία περίοδο, ισοφάρισε, να ανταμώσει με έναν αντίστοιχο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ για να ψάξει την τύχη του ως βετεράνου. Και τότε ίσως αφήσει την Οκλαχόμα, η οποία θα πεθάνει από τη βαρεμάρα, σαν να εξαφανίστηκαν όλα τα παραισθησιογόνα μέσα στην πόλη. Προς το παρόν, και σε αναμονή της βράβευσής του ως MVP σε τηλεοπτική εκπομπή που είναι προγραμματισμένη για τις 26 Ιουνίου, πρέπει να βγάλουμε το καπέλο μας. Ο πιο παρανοϊκός παίκτης στον μπάσκετ αυτήν τη στιγμή θα μπορούσε άνετα να είναι στη μία πλευρά του ρινγκ και να διεκδικεί τον τίτλο των βαρέων βαρών, άνετα. Θα μπορούσε να είναι από μόνος του το South Park, με ακόμα περισσότερο splatter. Αν μπορούμε μόνο να κατανοήσουμε, μέσα στη ζωή μας με το στιγμόμετρο και την από καιρού εις καιρόν διάθεση για διαφυγή, τη μονομανία που διέπει τους πρωταθλητές, ο Γουέστμπρουκ μας τη δείχνει κιόλας. Τα play off του ΝΒΑ δεν είναι διασκέδαση. Είναι η πιο αιματηρή κλινική ανιάτων. Και ο Γουέστμπρουκ κραδαίνει το δρεπάνι πάνω από κομμένα κεφάλια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Καμία δημοσίευση για προβολή