Τι έκανε ο Τζορτζ Φόρμαν μετά το Ζαΐρ

204

Έχει ανακηρυχθεί, μετά δόξης και τιμής, χρονιάρα μέρα η 30ή Οκτωβρίου. Ερήμην της, βεβαίως, όπως συμβαίνει με όλες τις μέρες και τις ημερομηνίες (οι οποίες μπορεί να μη θέλουν δημοσιότητα, αλλά αυτό μην το πείτε στους χορτοφάγους, διότι υπάρχει πιθανότητα να μας δείρουν και να μας σπάσουν τα αυτοκίνητα).

Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις καλοί λόγοι για αυτό. Τα γενέθλια του Ντιέγκο Μαραντόνα, η φάρσα του Όρσον Γουέλς με τους εξωγήινους στη Νέα Υόρκη και, ασφαλώς, τα τελευταία 43 χρόνια ο σπουδαίος αγώνας πυγμαχίας μεταξύ του Μοχάμεντ Αλί και του Τζορτζ Φόρμαν στην Κινσάσα του Ζαΐρ. Η δομή του αγώνα ξέφευγε από τα όρια της πυγμαχίας. Ο Αλί θα προσπαθούσε να κατακτήσει ξανά τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών, 7 χρόνια μετά την τελευταία φορά και τη λιποταξία στο Βιετνάμ. Ο Φόρμαν θεωρούνταν πυρηνικό όπλο, η πιο δυνατή γροθιά που είχε εμφανιστεί σε ρινγκ μαζί με εκείνες των Τζακ Ντέμπσι και Σόνι Λίστον. Όταν ο Αλί έβγαινε στους δρόμους της Κινσάσα του Ζαΐρ για να τρέξει, παιδάκια έτρεχαν μαζί του. Υπάρχει ένα καταπληκτικό στιγμιότυπο στο βιντεοκλίπ του «Rumble in the Jungle», ενός ραπ κομματιού που τραγούδησαν μαζί οι Fugees, οι A Tribe Called Quest και οι Busta Rhymes, με ένα λιπόσαρκο παιδάκι, που θα ήταν τυχερό αν μπορούσε να φάει κάθε μέρα, το οποίο είχε σηκωμένες τις γροθιές του, σαν πυγμάχος.

(ερληγδωσφίθοεςρφφσδωβλασόσδφηξβω, για τη Λόριν Χιλ. Μόνο αυτό)

Πριν τον αγώνα ο Φόρμαν, που έσκασε στην Κινσάσα με αστυνομικό λυκόσκυλο, καθιστώντας τον εαυτό του τον τέλειο θύτη, ήταν το απόλυτο φαβορί. Εκείνος ο αγώνας, της 30ης Οκτωβρίου 1974, έκανε τον Αλί τη μυθική φυσιογνωμία που έχει παγιωθεί στο μυαλό μας. Ενώ είχε υποσχεθεί ότι θα κινούνταν σαν πεταλούδα και θα τσιμπούσε σαν μέλισσα, ο γεννημένος στο Λούιβιλ πυγμάχος έμεινε στα σκοινιά για σχεδόν έξι γύρους και ξαφνικά, 11 δευτερόλεπτα πριν τελειώσει ο όγδοος, βγήκε με γροθιές από τη γωνία και έριξε τον εξουθενωμένο από τις δικές του γροθιές Φόρμαν κάτω για το νοκ άουτ. Το τι έγινε στο γυμναστήριο και τους δρόμους της αφρικανικής χώρας, που τώρα ακούει στο όνομα Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, είναι άτοπο να περιγραφεί. Η νίκη του Αλί ήταν η αίσθηση της ελευθερίας μέσα από μία πραγματικότητα δικτατορίας, του σκληρού Μομπούτου. Βεβαίως, αυτό δεν βοήθησε. Ο Μομπούτου Σέσε Σέκο ήταν ο μονάρχης του Ζαΐρ για 32 χρόνια, από το 1965 έως το 1997, όταν και πέθανε στην ηλικία των 67, για την ακρίβεια ένα μήνα πριν κλείσει τα 67.

Κι ενώ για τον Αλί, τον αυτοβαπτισμένο από το 1964 και έπειτα, όταν και ασπάστηκε το Ισλάμ καταρχάς ως Κάσιους Κλέι, έχουμε ακριβή εικόνα για το τι έκανε, τους αγώνες του με τον Τζο Φρέιζερ (σπουδαίος πυγμάχος), τον Μάικλ Σπινκς (καλός πυγμάχος), τον Κεν Νόρτον (πολύ καλός πυγμάχος, τον οποίο αντιμετώπισε δις πριν τον Φόρμαν) και τον Λάρι Χολμς (από τα πιο σημαντικά ονόματα στα βαρέα βάρη), για τον Φόρμαν υπάρχει θολούρα. Δικαίως κάποιος θα περίμενε μετά από αυτόν τον αγώνα να σταματούσε την πυγμαχία. Ωστόσο δεν συνέβη αυτό. Το 1975 δεν αγωνιστηκε και το 1976 επέστρεψε στα ρινγκ και μάλιστα με εντυπωσιακό τρόπο: συμμετέχοντας στον αγώνα της χρονιάς με τον Ρον Λάιλ, που βρήκε τον Χάουαρντ Κοσέλ στα καλύτερά του. Ο Φόρμαν νίκησε σε αυτό το φεστιβάλ βίας, που το περιοδικό «Ring» βράβευσε ως αγώνα της χρονιάς και μετά νίκησε ξανά τον Τζο Φρέιζερ, αφού τον είχε συντρίψει το 1973 με έξι νοκ νταάουν σε δύο γύρους, πριν βγάλει νοκ άουτ στον πρώτο τον Χοσέ Ρομάν και διαλύσει τον Κεν Νόρτον, σε έναν αγώνα απαράμιλλης τακτικής, του οποίου την ανάλυση πρέπει να διαβάσει όποιος θεωρεί ότι ο Φόρμαν ήταν απλώς δυνατός πυγμάχος. Το 1977 έχασε από τον Τζίμι Γιανγκ. Στα αποδυτήρια, αρρώστησε και έπαθε καρδιακή προσβολή και, ενώ δεν ήταν θρήσκος, επικαλέστηκε τη βοήθεια του Θεού. Σύμφωνα με τον ίδιο, έζησε μία μεταθανάτια εμπειρία, αρκετή για να τον κάνει αναβαπτισμένο χριστιανό και πάστορα. Ο Φόρμαν μπορεί να μην ανακοίνωσε ότι σταματάει, ωστόσο για δέκα χρόνια δεν αγωνίστηκε. Όταν σταμάτησε, στην ηλικία των 28, είχε 45 νίκες σε 47 αγώνες και μόνο σε μία από αυτές αναγκάστηκε να διανύσει όλη την απόσταση.

Ένας πολύ ωραίος τύπος

Το 1987 ο Τζορτζ Φόρμαν ήταν 37 χρόνων. Επέστρεψε στα ρινγκ με ξυρισμένο κεφάλι και αλλαγμένος. Το άλλοτε μυώδες κορμί είχε γίνει βουνά από λίπος. Όμως η οξυδέρκεια, η οποία ήταν το πιο αδικημένο χαρακτηριστικό του, και η δύναμη ήταν εκεί. Αντί της σοβαρότητας, που τον διέκρινε στα νιάτα του, υιοθέτησε ένα προσηνές και μειλίχιο χαμόγελο, από αυτά που φαντάζεσαι να διαθέτει ο παππούς σου όταν είσαι μικρό παιδί ή ένας οικογενειακός φίλος τον οποίο όλοι αγαπάτε. Ο Φόρμαν είχε πέσει κάτω μόνο από τον Αλί και από τον Λάιλ (δις) και η επιστροφή του είχε έκδηλο το κωμικό στοιχείο. Ο ίδιος, σε απευθείας επικοινωνία με τον Θεό, έλεγε ότι θα διεκδικούσε ξανά τον τίτλο των βαρέων βαρών, 11 χρόνια από τη στιγμή που τον είχε κατακτήσει. Ο Φόρμαν επέστρεψε στη δράση με 24 διαδοχικές νίκες απέναντι σε αδιάφορους πυγμάχους, χαρίζοντάς μας ένα χάιλαϊτ με το απίστευτο άπερκατ επί του Τζέρι Κούνεϊ, άπαξ και συμπληρώθηκε ένα λεπτό στο δεύτερο γύρο.

Έτσι, στις 19 Απριλίου 1991, αντιμετώπισε τον Εβάντερ Χόλιφιλντ ενώ ήταν 42 χρόνων και 99 ημερών, στο «Convention Hall» του Νιου Τζέρσεϊ, στην Ατλάντικ Σίτι. Ο Χόλιφιλντ είναι σίγουρα μέσα στους 20 κορυφαίους πυγμάχους όλων των εποχών και όλοι ανέμεναν ότι θα κομμάτιαζε τον Φόρμαν, θα τον έβγαζε από τη δράση κάνοντάς του εμφανή τη διαφορά που θα υπήρχε, όχι μόνο μεταξύ τους αλλά, με όλους τους σπουδαίους πυγμάχους της εποχής.

Ενώ όλες οι κατηγορίες στην πυγμαχία είναι εντυπωσιακές, οι αγώνες των βαρέων βαρών μπορούν να προσφέρουν θέαμα που δεν το ξεχνάς ποτέ. Ο τελευταίος γύρος στον αγώνα του Λάρι Χολμς με τον Κεν Νόρτον, ο 14ος γύρος του Αλί με τον Φρέιζερ στη Μανίλα, ο 10ος γύρος του Χόλιφιλντ με τον εξαιρετικά χαρισματικό Ρέιζορ Ρούντοκ, το νοκ άουτ του Ρόκι Μαρτσιάνο επί του Τζέρσεϊ Τζο Γουόλκοτ είναι ενσταντανέ που είναι αδύνατον να μην αποτυπωθούν στη μνήμη σου. Έχουν την ένταση που ο Μπέργκμαν, μαγικά (χωρίς υπερβολή στη λέξη), αναδεικνύει στην «Περσόνα» και τα ουρλιαχτά κάτω από το ρινγκ κάνουν αυτές τις στιγμές αξέχαστες. Τούτη τη στιγμή, μάλιστα, προσπαθώ να απεγκλωβιστώ από το Χολμς-Νόρτον, που είναι από τις πιο συναρπαστικές αθλητικές καταστάσεις που έχουμε την τύχη να δούμε. Μόνο με την παράθεση της εικόνας, όμως, θα επέλθει ο απεγκλωβισμός.

Το Φόρμαν-Χόλιφιλντ, σε μεγάλα διαστήματα, ήταν αυτό. Ο «Big George» είχε γίνει «Fat George», αλλά δεν έπεφτε με τίποτα κάτω. Ο Φόρμαν δεν έφερε βολικά τον Χόλιφιλντ για να πάρει τον τίτλο, παρ’ όλα αυτά τον έκανε να ανησυχήσει με μερικά χτυπήματα, τα οποία τον πονούσαν όσο ο ίδιος δεν περίμενε. Ο τότε 28χρονος Αμερικανός μπορεί να πήρε τη νίκη, αλλά η επιστροφή του κατά σχεδόν 14 χρόνια μεγαλύτερού του πυγμάχου σε ανταγωνιστικό επίπεδο ήταν η αληθινή είδηση.

Ο Φόρμαν είχε ήδη εξελιχθεί σε πολύ ωραίο, φιλοσοφημένο, τύπο. Μιλούσε στην κάμερα λες και ήταν ένας χαρωπός δάσκαλος για παιδιά του δημοτικού στις αρχές της δεκαετίας του ’30, λες και έκανε διαφήμιση για γάλα εβαπορέ. Η συνέντευξή του στον Ντέιβιντ Λέτερμαν είναι all time classic, αφού, όταν ρωτήθηκε για ποιο λόγο δεν αδυνάτιζε, απάντησε «θέλω να είμαι ο βαρύτερος μποξέρ στον αγώνα· έχεις δει κάποιο λιοντάρι να ανησυχεί επειδή είναι το πιο δυνατό και να θέλει να χάσει κιλά;», ενώ όταν αργότερα έχασε από τον Τόμι Μόρισον η πρώτη δήλωση που έκανε ήταν «έχω ραντεβού με κάτι φτερούγες κοτόπουλου στα KFC». Ο Φόρμαν μπορεί να μην έμοιαζε ανταγωνιστικός, αλλά σε 33 αγώνες άμα τη επιστροφεί του δεν έπεσε κάτω από κανέναν. Και στις 5 Νοεμβρίου 1994, ακόμα μία μέρα στη Γη, κατά την οποία διένυσε τη 299η μέρα του 45ου έτους του, αντιμετώπισε στο «MGM Grand» του Λας Βέγκας (το ξενοδοχείο που έχει γίνει πιο γνωστό από τη «Συμμορία των 11») τον Μάικλ Μούρερ, για τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή. Ο Φόρμαν δεν ήταν στην κατάταξη, αλλά σε αυτήν την περίπτωση ρόλο έπαιξε η υποκειμενικότητα, το προφίλ του ίδιου. Ο Μούρερ, παγκόσμιος πρωταθλητής και με προπονητή τον Τέντι Άτλας, φαινόταν ότι έπαιρνε μικρό ρίσκο. Ο Φόρμαν έψαχνε, το είχε πει πριν τον αγώνα, μία ευκαιρία: Το έκανε, όταν στο 10ο γύρο και αφού είχε πολύ μεγάλο προβάδισμα, ο Μούρερ αποφάσισε να παλέψει μαζί του toe to toe, ξεχνώντας την τακτική που του είχε δώσει το πλεονέκτημα, δηλαδή της ταχύτητας, που του επέτρεπε να τον αποφεύγει για ένα γύρο. Ανοήτως, ο Μούρερ έμεινε στη μέση του ρινγκ για να χτυπηθεί με τον Φόρμαν χωρίς υπεκφυγές. Ο πρώτος συνδυασμός χτυπημάτων τον σόκαρε, αλλά έμεινε ακίνητος. Ο Φόρμαν διείδε όμως την ευκαιρία στο 110ο δευτερόλεπτο του δέκατου γύρου τού έριξε ένα ευθύ χτύπημα λίγο χαμηλότερα από την προηγουμένη. Ο Μούρερ κατέρρευσε, έπεσε κάτω σαν να τράβηξε τουβλάκι κακός παίκτης στο Τζένγκα.

Μόλις τελείωσε το μέτρημα, ο Φόρμαν, χωρίς να αλλάξει γκριμάτσα στο πρόσωπο, γονάτισε στη γωνία που βρισκόταν, ήδη σε καθεστώς προσευχής. Ο Τζιμ Λάμπλεϊ έδωσε στον κόσμο το «It happened», δύο απλές λέξεις που εκδήλωσαν με τον πιο ακριβή και συνάμα ποιητικό τρόπο τι έγινε εκείνη τη μέρα στο «MGMGrand». Ο Φόρμαν, μέχρι να του πάρει το ρεκόρ ο Μπερνάρντ Χόπκινς, έγινε ο γηραιότερος παγκόσμιος πρωταθλητής. Και ενώ ήταν ο απόλυτος βίλεν, η αλληλουχία των γεγονότων τον φέρνει στο τοπ 10 των πυγμάχων για τον υπογράφοντα, μία θέση κάτω από τον Αλί. Σταμάτησε 48 χρόνων και 316 ημέρων, όταν έχασε από τον Σάνον Μπριγκς σε έναν αγώνα που έπρεπε να νικήσει. Πλέον, μετά από 81 ματς και 76 νίκες, οι 8 με νοκ άουτ, στα 68 χρόνια του, ο Φόρμαν είναι ένας υπέροχος άνθρωπος, χωρίς κακία.

Βγάζω την τραγιάσκα μου Big George. Η εισαγωγή στο δικό σου παιχνιδότοπο τις ηλιόλουστες Κυριακές είναι ένα κέρδος. Είτε υπάρχει Θεός ή όχι, είναι πολύ περήφανος για εσένα. Ο μεγεθυντικός φακός του σύμπαντος αντανακλά στο γυαλιστερό κεφάλι σου.

(Πηγή: www.properman.gr)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Καμία δημοσίευση για προβολή